Διαζύγιο και παιδιά




Γράφει η Μαρία Λασσιθιωτάκη,
Ψυχολόγος (www.selftherapy.gr)



Όταν ένα ζευγάρι αποφασίσει να πάρει διαζύγιο αντιμετωπίζει, από το συγγενικό και ευρύτερο κοινωνικό περιβάλλον, μια σειρά πιέσεων, που στοχεύουν στην διατήρηση του γάμου.
Η βασικότερη πίεση αναφέρεται στα παιδιά, αν υπάρχουν. «Δεν σκεφθήκατε τα παιδιά, τί θ΄ απογίνουν, πώς θα το πάρουν, θα πληγωθούν» και άλλα παρόμοια επιχειρήματα. Οπωσδήποτε, το διαζύγιο δεν είναι ό,τι καλύτερο για τα παιδιά, όποιας ηλικίας κι αν είναι και πολύ περισσότερο αν είναι μικρά ή έχουν αυξημένες ανάγκες λόγω διαφορετικότητας.
Όμως, το διαζύγιο δεν είναι το χειρότερο, που μπορεί να συμβεί στη ζωή ενός παιδιού. Η πιο άσχημη περίοδος είναι αυτή που προηγείται της οριστικής απόφασης, μια περίοδος με αδιάλειπτες διαφωνίες, εντάσεις και ανοικτά εχθρικές συγκρούσεις, που μερικές φορές συνοδεύονται με λεκτικές ή μη λεκτικές επιθέσεις. Άλλοτε πάλι, η περίοδος, που προηγείται του διαζυγίου, έχει ένα κλίμα μιας επιφανειακής και επίπλαστης ηρεμίας, αδιαφορίας, μη εγγύτητας και ζεστασιάς, που κάθε άλλο παρά σχέση δείχνει ανάμεσα στο ζευγάρι.
Το ζευγάρι, συνήθως, προσπαθεί να κρατήσει το παιδί μακριά από κάθε υποψία για πιθανό χωρισμό. Όμως, αυτό είναι λάθος, διότι το διαζύγιο αφορά κατ΄εξοχήν το παιδί.
Το παιδί βιώνει αυτό το διάστημα απειλητικά, επειδή δεν έχει ενημερότητα για την κατάσταση. Οι γονείς του αποφεύγουν να μιλήσουν ανοικτά μπροστά του και κρύβουν τα αληθινά τους συναισθήματα. Στο σπίτι αιωρείται μια διφορούμενη κατάσταση, διαζύγιο ή μη διαζύγιο. Το κλίμα δυσφορίας και μυστηρίου μεταξύ των γονιών του δεν ξέρει πού θα οδηγήσει. Γι αυτό τις περισσότερες φορές ρωτά συνεχώς αν πρόκειται να χωρίσουν. Τα μικρά παιδιά, σ΄αυτή την αμφιθυμική κατάσταση, συνήθως προσπαθούν, παρεμβαίνοντας, να αποκατατήσουν την ατμόσφαιρα και νιώθουν ντροπή και ενοχή για το κακό οικογενειακό κλίμα. Στην εφηβική περίοδο, τα παιδιά αντιδρούν διαφορετικά και δεν είναι σπάνιες οι περιπτώσεις, που συνάπτουν συμμαχίες με τον ένα γονιό ή ανοίγουν πόλεμο με ένα από τους δυο, αν τον θεωρούν υπαίτιο της δυστυχίας του άλλου.
Έτσι, πράγματι, απειλείται η ενδοψυχική συνοχή τους, καθώς μάλιστα αναρωτιώνται, αν οι συνθήκες της ζωής τους θα αλλάξουν, αν, με λίγα λόγια, απειλείται η σταθερότητα και η ασφάλειά τους. Κάθε τι που ακούν σημαίνει πολλά για τον ψυχισμό τους, φοβούνται την πιθανότητα να χάσουν τον ένα γονιό τους- συνήθως τον πατέρα- το σπίτι τους, εξαιτίας μιας αναγκαστικής μετακόμισης, αναρωτιούνται αν χρειασθεί να αλλάξουν σχολείο, να χάσουν δηλαδή τους φίλους και συμμαθητές τους. Τα παιδιά, ζώντας σ΄αυτήν την ατμόσφαιρα και μένοντας σ' αυτή την εκκρεμότητα, βιώνουν πολύ μεγάλο άγχος και απογοήτευση.

Όσο δύσκολο κι αν είναι για ένα ζευγάρι να πάρει μια γρήγορη και ξεκάθαρη απόφαση απέναντι στο γάμο και στις δεσμεύσεις του, το καλύτερο για τα παιδιά είναι η όποια απόφαση να είναι όσο το δυνατόν σύντομη και να μην διαιωνίζεται. Τα παιδιά, ακόμα κι όταν είναι μικρά, έχουν την δική τους λογική, αντιλαμβάνονται πολύ καλά τα ξεκάθαρα μηνύματα και τις καθαρές εξηγήσεις όπως:
Ότι το διαζύγιο δεν θα επηρεάσει την ανατροφή και τον τρόπο ζωής τους και πως είναι τελείως διαφορετικό η ασυμφωνία μεταξύ του ζευγαριού από τις υποχρεώσεις τους απέναντι στο παιδί. Με λίγα λόγια να γίνει ξεκάθαρο ότι το διαζύγιο δεν επηρεάζει την συναισθηματική σχέση των δυο γονιών με τα παιδιά του και ούτε τους απαλλάσσει από τα γονεϊκά τους καθήκοντα.

Το διαζύγιο είναι μια νόμιμη και καθόλου ασυνήθιστη διαδικασία και έτσι πρέπει να δοθεί στα παιδιά, ότι δηλαδή ξεκαθαρίζει την κατάσταση. Αρκεί να ανακοινωθεί καθαρά τόσο στα παιδιά όσο και στο υπόλοιπο περιβάλλον, φιλικό ή οικογενειακό.
Πάντως, θα πρέπει να τονισθεί ότι τα παιδιά μέχρι τα 11-12 χρόνια τους αισθάνονται συγκλονισμένα από το διαζύγιο και ιδιαίτερα αν αυτό επιφέρει, όπως προαναφέρθηκε, αλλαγή στέγης, σχολείου, γειτονιάς, πόλης κλπ. Το παιδί νιώθει διχασμένο, σε σύγχυση, επειδή έχασε την απαραίτητη, για την ηλικία του, σταθερότητα. Καμιά φορά προτείνεται ( Φ.Ντολτό) η αναβολή του διαζυγίου, μέχρι τα 11 ή 12 χρόνια. Στη διάρκεια αυτής της παράτασης « οι φιλικές» σχέσεις των δυο γονέων είναι απαραίτητες και αντεδείκνυνται οι συγκρούσεις.

Οταν παρθεί η απόφαση διαζυγίου οι γονείς θα πρέπει:
* Να μιλήσουν στο παιδί με ξεκάθαρα λόγια
* Να κάνουν τον χωρισμό τους με αισθητική, προσπαθώντας να επεξεργασθούν τα συναισθήματα και τις διαθέσεις, που προέκυψαν από το διαζύγιο, όπως το άγχος, την επιθετικότητα, την απόρριψη κλπ.
* Να ξεχωρίσουν την σχέση τους ως ζευγάρι και ως άτομα μέσα στην κοινωνία, από τη σχέση με το παιδί , για να μην νιώσει ότι είναι εμπόδιο στο ξαναφτιάξιμο της ζωής τους. Τα παιδιά θέλουν να βλέπουν τους γονείς τους κοινωνικά επανενταγμένους και συναισθηματικά καλυμμένους, ότι δεν απομονώνονται ή θυσιάζονται εξαιτίας τους. Αυτό τους εξασφαλίζει ισορροπία και ικανοποίηση.